Τρίτη 20 Μαρτίου 2007

Σ΄ Αγαπώ...



Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το 'χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.
Kάτι να σε εντυπωσιάσει,
στον αέρα ένα σημάδι σου να πιάσει
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το 'χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.

Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το 'χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.
Mα κολλάω και πάλι σ' όλα εκείνα,
που έλεγε γελώντας η Μελίνα.
Βρήκα κάτι λοιπόν να σου πω,
που είναι πάντα καινούριο κι απλό.

Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ για το τώρα,
το πριν , το μετά και το πάντα.
Σ' αγαπώ , η καρδιά μου τρελάθηκε
βαράει σαν ξεκούρδιστη μπάντα.

Σ' αγαπώ, θα με βρεις το πρωί
όταν όλα τα φώτα θα σβήσουν.
Θα 'μαι εδώ κι όλα πάλι ξανά όπως
τελειώνουν έτσι θα αρχίσουν.

Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το 'χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.
Μα νομίζω τίποτα δε μου ανήκει,
τα κρατάει καλά κρυμμένα η Αλίκη.
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το 'χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.

Ψάχνω κάτι καινούργιο αλλά ,
τριγυρνώ συνεχώς στα παλιά.
Με τη βάρκα του Μάνου σ' ενα κύμα,
το γαλάζιο του Οδυσσέα σ' ένα ποίημα.
Βρήκα κάτι λοιπόν να σου πω
που είναι πάντα καινούργιο κι απλό...

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2007

Μικρές Νοθείες...



Ποτέ της δεν κατάφερε να βγει σε μια λιακάδα ,
να αφουγκραστεί τις αχτίδες του ηλίου να θροΐζουν
πάνω στα πυρόξανθα στάχυα της θερινής επαρχίας
που μεγάλωσε. Ένας τόπος τόσος ζεστός να έρχεται
σε αντίθεση με την βαρυχειμωνιά που αισθάνεται

βαθιά μέσα της ,στο κενό εκείνο σημείο που κάποτε
χτυπούσε ανέμελα η καρδιά της.

Ζει με ότι περίσσεψε από ένα σκάρτο ποίημα.
Μονολογεί μια στιχομυθία τραγική χωρίς “Από
Μηχανής Θεό” , χωρίς κάθαρση και χειροκρότημα

γαλαρίας. Τα πρωινά σηκώνεται τρομαγμένη ,
ξυπνώντας σαν από τον πάταγο που κάνει κάποιο
μεγάλο κύμα καθώς σκάει στα κοφτερά βράχια της
ταραγμένης
της ψυχής.

Αυτό που λαχτάρησε ως λαφυράκι είναι μια θάλασσα
σκαλοπάτια να την οδηγήσουν ξανά στην επιφάνεια,
να την βγάλουν από το δώμα της μοναξιάς της.
Σε τέσσερις τοίχους κρύβει από χρόνια, με μεγάλη
σχολαστικότητα, το φως γεμίζοντας τα παραθύρια

της με σάπιες αφίσες ,μα κρύβει αβίαστα και ολάκερη
την ύπαρξη της.

Με σημάδια στυλού πάνω στον τοίχο της , μετράει και
απόψε το ύψος της. Κάθε ημέρα και μια κουκίδα πιο
χαμηλά από την προηγούμενη , σα να συρρικνώνεται
πόντο πόντο ωσότου να χαθεί στη λήθη της.
Μα κάθε βράδυ όταν βγαίνει από τον ύπνο της
στέκεται όρθια και νοιώθει τόσο ψηλή λες και
τρυπάει το ταβάνι.

Στα όνειρα της τίποτα θαρρείς δεν τη χωράει,
τίποτα δεν της στέκεται εμπόδιο. Ορθώνεται πελώρια
διώχνοντας τη μιζέρια που έχει πεισματικά ριζώσει στα
σπλάχνα της ποτίζοντας την με αργό φαρμάκι.

Είναι που ονειρεύεται πως φεύγει για ταξίδια

πως μπαίνει μέσα σε παλιές φωτογραφίες
ξέρει αν μπορούσε θα’ κάνε μία απ' τα ίδια
αλλά τι νόημα έχει το όνειρο χωρίς μικρές νοθείες…

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2007

Τακούνι κόντρα.


Έτρεμαν τα χέρια της , σα να τα περνούσε ρεύμα.
Πήγαινε να πιάσει το πορσελάνινο ροζ φλιτζάνι
με το τσάι Κεϋλάνης, μα της γλιστρούσε και
προσγειωνόταν πάνω στο πιατάκι με κρότο.

Σπίθες από τα μάτια της. Η καύτρα του
τσιγάρου κάτω.

Είχε κρύο στην αίθουσα της τραπεζαρίας, μα εκείνη
είχε ήδη βγάλει την κασμιρένια ζακέτα της. Στο μέτωπό
της γυάλιζαν δυο σταγόνες ιδρώτα και κυλούσαν αργά
στους κατακόκκινους κροτάφους της.

Προσπαθούσα να διαβάσω την εφημερίδα μου, μα μου
ήταν αδύνατο να πάρω τα μάτια μου από πάνω της.
Όχι επειδή ήταν όμορφη. Δεν ήταν. Αχρωμο πρόσωπο,
ουδέτερο. Είχε κάτι άλλο πάνω της που σε τραβούσε σα
μαγνήτης. Κάτι δυνατό, σχεδόν σαν αμαρτία. Κάτι που
έπρεπε να μείνει κρυφό μέσα της, όμως κατάφερνε
και ξεγλιστρούσε προς τα έξω και προξενούσε
στα δικά μου μάτια σαματά.

Την έβλεπα να δαγκώνει τα χείλια της με δύναμη, μέχρι
που τα μάτωσε. Είπα μέσα μου, ότι θα σταματήσει.
Όμως συνέχιζε.

Κοιτούσε μια έξω από το παράθυρο και χανόταν για
ολόκληρα λεπτά και μια κατά το μεγάλο ρολόι του
διαδρόμου. Απότομες κινήσεις. Μετά πάλι λες κι
έψαχνε τον σερβιτόρο, χτένιζε τον χώρο και τα μάτια
της έτρεχαν αριστερά δεξιά.

Χτυπούσε το πόδι της, ολοένα και πιο έντονα, νόμιζα
ρυθμικά, μα τελικά όχι. Τόσο όμως δυνατά που η
μεταξωτή κάλτσα της έφυγε κάποια στιγμή και κύλησε
μέχρι κάτω στον αστράγαλό της, εκείνη δεν το ένιωθε.
Συνέχιζε να χτυπάει πια ασυναίσθητα το τακούνι της
γόβας της κόντρα στο δεξί πόδι του τραπεζιού.

Και τότε είδα τα μάτια της, όταν σε μια ακόμη σάρωση
του χώρου, έπεσαν πάνω στα δικά μου για δυο δεύτερα,
χωρίς να με δουν. Δεν είχε τίποτα από τη στολή του
καμουφλάζ μπροστά τους. Θολά.

Ήχος τακουνιού που σπάει. Δεν δίνει σημασία, σα να μην
το άκουσε καν. Χωρίς ήχο πια χτυπάει το πόδι του
τραπεζιού, σχεδόν νοητά. Χωρίς κόντρα.

Πέμπτη 8 Μαρτίου 2007

Fairytale gone bad...



This is the end you know.
Lady, the plans we had went all wrong.
We ain’t nothing but fight and shout and tears.

We got to a point I can’t stand.
I’ve had it to the limit , I can’t be your man.
I ain’t more than a minute away from walking.

We can’t cry the pain away.
We can’t find a need to stay.
I slowly realized, there’s nothing on our side.

Another night and I bleed.
They all make mistakes , so did we.
But we did something we can never
turn back right.

Find a new one to fool.
Leave and don’t look back , I won’t follow.
We have nothing left , it’s the end of our time.

We can’t cry the pain away.
We can’t find a need to stay.
There’s no more rabbits in my hat,
to make things right.

Out of my life, out of my mind.
Out of the tears we can’t deny.
We need to swallow all our pride
and leave this mess behind.
Out of my head, out of my bed.
Out of the dreams we had, they’re bad
Tell them it’s me who made you sad.
Tell them the fairytale gone bad...

*Performed by Sunrise Avenue

Παρασκευή 9-3-07

Μια ευχή δίνω σε όλους εσάς που με τιμάτε,
σπαταλώντας λίγο απο τον πολύτιμο χρόνο σας
σε αυτές τις σελίδες του κυβερνοχώρου.

Μακάρι ποτέ να μη βρεθείτε σε θέση να μπορείτε

να “διαβάζετε ανάμεσα στις γραμμές των άλλων” ,
γιατί κανένας δεν θα σας πιστέψει και κανένας
δεν θα αισθανθεί ποτέ τον έρωτα και την
αγάπη όπως εσείς.

Μακάρι να μην ερωτεύεστε ψυχές αλλά αυτό

που βλέπετε. Γιατί στην ουσία τελικά αυτό μετράει…

Τρίτη 6 Μαρτίου 2007

Καυτή Λάβα...



Με μάτια σφαλιστά προσπαθώ να συγκεντρωθώ
στα ειδυλλιακά τοπία που με οδηγεί η σκέψη σου.
Βουνοκορφές τυλιγμένες από μαγευτική ομίχλη ,
να σκίζουν τον ουρανό. Στις πλαγίες τους ρέει
φωτιά , καυτή λάβα ,σαν αυτή που κυλάει στις
φλέβες μου μωρό μου.

Θέλω να σε τυλίξω στις πύρινες γλώσσες της και
να χαθώ στις δικές σου. Η ανάσα σου υγρή και
αισθησιακή να τυλίγει κάθε σπιθαμή του κορμιού
μου , ανεβάζοντας τη θερμοκρασία σε άφταστα
νούμερα.

Φαντάζομαι τα χείλη σου να σφραγίζουν τα δικά
μου, δεν μπορώ να συγκρατηθώ ,ένας αναστεναγμός
βγαίνει από μέσα μου. Ο κόσμος τριγύρω με κοιτάζει
με απορία. Να κατάλαβε άραγε? , να ζηλεύει?..
Καθόλου δεν με νοιάζει, το μόνο που επιθυμώ τώρα
είναι να βρεθώ κοντά σου.

Ξάφνου τα ρούχα μου με στενεύουν αφόρητα.
Γύμνωσε με μωρό μου , κοίτα το βλέμμα μου
νοιώσε την καύλα μου. Χάνομαι , τρελαίνομαι
καίγομαι.

Στις γωνίες του μυαλού μου , σε νοιώθω να ξαπλώνεις
πάνω μου. Το ιδρωμένο , μυρωδάτο κορμί σου παλεύει
τη φωτιά μου , με φωτιά. Τα χείλη μου σε εκλιπαρούν
να με γαμήσεις, ΕΛΑ…ΤΩΡΑ! Μην καθηστερείς,
έλα μάτια μου , μπες μέσα μου με την παθιασμένη σου
δύναμη, με αυτή τη σαγηνευτική σκληρότητα
που μόνο εσύ ξέρεις.

Ένα ηφαίστειο ηδονής εκρήγνυται στην ήβη μου ,
ποτέ μου δεν καταφέρνω να κρατηθώ και μ’ αρέσει.
Έχεις τον απόλυτο έλεγχο και δεν με τρομάζει ,
σου δίνομαι ολοκληρωτικά , ψυχή και σώμα.

Φωνές που κραυγάζουν από ατέλειωτο πάθος ,
έλα μωρό μου , αισθάνομαι τους σπασμούς
σου , το σώμα σου λειώνει και γίνεται ένα
με το δικό μου. ΝΑΙ , ΜΑΖΙ , ΤΩΡΑ.!!

Το τηλέφωνο χτυπά και με επαναφέρει στην
πραγματικότητα , ανοίγω τα μάτια και βλέπω
το νούμερο σου. Ένα τρελό χαμόγελο
ζωγραφίζεται στο πρόσωπο μου.
Απαντώ αμέσως , μου είναι αδύνατον
να περιμένω στιγμή.

“Έχω τρελά σχέδια για εμάς απόψε μωρό μου…”
...μου είπες.