Ήταν ένα συνηθισμένο μουντό πρωινό του
Νοέμβρη με τον ήλιο να πασχίζει εις μάτην
να κάνει την εμφάνιση του πίσω απο τα
βαριά σύννεφα του Βρετανικού ουρανού.
Το πυκνό πούσι δυσκόλευε τον γέρο-
σταθμάρχη καθώς αυτός προσπαθούσε
να ξεκλειδώσει το μεγάλο σκουριασμένο λουκέτο
της κεντρικής εισόδου του σιδηροδρομικού
σταθμού. Αφου άνοιξε με αρκετό κόπο την
βαριά συρόμενη καγκελόπορτα ,έβγαλε απο
την τσέπη της σκούρας μπλε καμπαρντίνας του,
που είχε ζώσει όσο καλύτερα μπορούσε για να
προφυλαχτεί απο το τσουχτερό κρύο , το παλίο
ασημένιο ρολόι του που κούρδιζε ανελλειπώς
κάθε βράδυ αρνούμενος να το αποχωρηστεί.
Κειμήλιο ιερό βλέπετε , δώρο απο τον
αδικοχαμένο αδελφό του.
¨-6:30 μουρμούρησε. Άραγε πως να είναι
¨-6:30 μουρμούρησε. Άραγε πως να είναι
σήμερα “ο παλιόφιλος ?”
Γέμισε έναν τσίγκινο κουβά με νερό απο τη
βρυσούλα πλάι στην είσοδο και κατευθύνθηκε
προς το μικρό κουβούκλιο που χρησίμευε ,
κείνα τα χρόνια , ως εκδοτήριο εισητηρίων
για τους θερινούς μήνες και που τώρα το είχε
παραχωρήσει ως στέγη στον μόνιμο μουσαφίρη
του.-Tommy? του φώναξε.Ακόμη κοιμάσαι
παλιοτεμπέλη?και έσκυψε για να γεμίσει με
φρέσκο νερό τη μικρή γούρνα που του είχε
σκαρώσει με σίδερα απο κάποιο παλίο βαγόνι.
Η ησυχία που ακολούθησε τα άλλοτε χαρούμενα
γαβγίσματα του τον ανυσήχησαν και μπήκε γρήγορα
μέσα στο παλιό εκδοτήριο. Ο Tommy κείτονταν
ασαύλευτος στη αγαπημένη του γωνιά. Ο γερό-
σταθμάρχης δεν χρειάστηκε περισσότερο χρόνο
για να καταλάβει πως ο παλίοφιλος του δεν
ήταν πια μαζί του.
Βγήκε έξω περπατώντας με μεγάλη δυσκολία και
κάθησε σε ένα παγκάκι πλάι στις γραμμές. Εκεί
που τον είχε πρωτοσυναντήσει 10 χρόνια πριν.
-Ανάθεμα συλλογήστηκε πέρασαν κιόλας τόσα
χρόνια. Είχε έρθει μαζί με το αφεντικό του ,
κουτάβι ακόμη τότε, με ουρά που ανέμιζε δυναμικά
και γεμάτος ζωντάνια. Θυμόταν πεντακάθαρα ακόμη
και σήμερα το πρόσωπο του παλικαριού με το σκυλί
στο πλάι του να επιβιβάζεται στο τρένο φωρόντας
τη χακί στολή του. Έφευγε όπως και τόσοι άλλοι νέοι
για το Δυτικό Μέτωπο μη γνωρίζοντας τι θα συναντούσε ,
ούτε αν θα γύριζε ποτέ πίσω. Πάντως του είχε
αναγνωρίσει θάρρος και ηθικό σπάνιο για την ηλικία του.
Την ώρα που έκλειναν οι πόρτες του συρμού και καθώς
με δυσκολία προσπαθούσε να εμποδίσει το σκυλί να
ανέβει στο τρένο , του έδωσε μιαν υπόσχεση που στο
γερό- σταθμάρχη ,που βρισκόταν εκεί δίπλα ,είχε
ακουστεί τόσο ψεύτικη , τόσο χαζή...ένα σκυλί είναι
μόνο. -Θα γυρίσω σύντομα Tommy μου , να με
περιμένεις. Το τρένο αναχώρησε και ο ήχος της
μηχανής του μπλεκόταν με τις φωνές των νεαρών
στρατιωτών που αποχαιρετούσαν τους δικούς τους.
Πολλοί απο αυτούς δεν θα γύριζαν ποτέ πίσω.
Ο γερό-σταθμάρχης πήγε και χάιδεψε το κουτάβι.
-Άκουσες Tommy? Του ειπε. Θα γυρίσει σύντομα
άντε τώρα σπίτι και εσύ να τον περιμένεις. Κούνησε
το κεφάλι και πήγε να συνεχίσει τις δουλείες του.
Σύντομα ο σταθμος θα γέμιζε και πάλι επιβάτες
που θα περίμεναν το νέο δρομολόγιο.
Η μέρα πέρασε γρήγορα η έτσι του είχε φανεί τότε
Η μέρα πέρασε γρήγορα η έτσι του είχε φανεί τότε
και όταν κατάκοπος ετοιμαζόταν να κλέισει το σταθμό
είδε το σκυλί να κάθεται ασάλευτο στο ίδιο σημείο και
όσο και αν προσπάθησε να το βγάλει έξω,όσο και αν
το δελέασε με λίγο απο το κολατσίο που του είχε
απομέινει απο το φτωχικό δείπνο του δεν κατάφερε
να το κουνήσει σπιθαμή. Μήτε του επέτρεψε να το πάρει
αγκαλιά για να το βγάλει εκέινος έξω.
Απο εκέινη την ημέρα ο Tommy δεν έφυγε ποτέ απο
Απο εκέινη την ημέρα ο Tommy δεν έφυγε ποτέ απο
τον σταθμό. Έγινε το φιλαράκι του , η παρέα του. Πόσα
και πόσα δεν πέρασαν μαζί στα χρόνια που ακολούθησαν.
Μα κάθε μέρα τριγυρνούσε εκέι πλάι στο παγκάκι
αναμένοντας το αφεντικό του. Κοιτούσε σχολαστικά όλους
τους επιβάτες πού έβγαιναν απο κάθε βαγόνι κουνόντας
δυναμικά την ουρά του όπως τότε. Δεν μπορεί θα γυρνούσε,
του το είχε υποσχεθεί και κάθε που νύχτωνε και παρέμενε
μονάχος τον άκουγε να γρυλίζει σα να καλούσε τον νεαρό
αφέντη όλο παράπονο και αγωνία.
Τώρα που κρατούσε το κουφάρι του φίλου του στα χέρια
και με δάκρυα στα μάτια, κατάλαβε πόσο άδικο είχε τότε
που πίστευε πως ήταν μια χαζή υπόσχεση χωρίς αντίκρυσμα.
Μπορεί να ήταν απλά ένα σκυλί μα πόσα άραγε τον είχε
διδάξει για την αγάπη , για τη δύναμη της πίστης και της
υπομονής. Μα πάνω απο όλα για την ελπίδα.Αυτή που σε
κρατάει ζωντανό και πιστό μέχρι την τελευταία πνοή σου...
7 σχόλια:
ναί είναι πολύ δύσκολο σχεδόν απάνθρωπο ν αφήσεις την ελπίδα, όσο και να μας το διαλαλεί ο Καζαντζάκης...
Η ελπίδα είναι το επιστέγασμα της ανθρώπινης σκέψης για την ύπαρξή της. Είναι μία ισχυρότατη κινητήρια δύναμη που ωθεί την αυθυποβολή μας σε κίνηση όπως ο Ηράκλειος ποταμός.
Μου'χε λείψει η γραφή σου πνεύμα. Και συμφωνώ με ό,τι έγραψες.. Τελευταία μας αφήνει η ελπίδα
Γλυκά φιλιά
Και πόσοι άνθρωποι περίμεναν χρόνια ολόκληρα...νομίζω όμως τελικά οτι η ελπίδα βασανίζει...και μπορεί να πονέσει χειρότερα από την απώλεια...όμορφα λόγια πάντως πνεύμα
Μάρκο , Έτσι είναι. Η ελπίδα μας κρατάει ζωντανούς και φωτίζει τα βήματα μας κάθε που μας τυλίγει το σκοτάδι.
Δείμο, Είναι όντως μια ισχυρότατη κινητήρια δύναμη μα δεν ωθεί μόνο την αυθυποβολή μας αλλά και όλο μας το είναι! Αρκεί να μην την εγκαταλείψουμε.
Σμαρτούλα, Μερικές φορές τελευταία...άλλοτε πάλι ποτέ!
Σε φιλώ
Ονειροπαρμένη,Η ελπίδα μπορεί να πονέσει μπορεί όμως και να λυτρώσει ενώ η απώλεια...
Η ζωή μας άλλωστε δεν είναι παρά ένα πρελούδιο χαρμολύπης.
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ το να σου σκοτώνουν την ελπίδα. Χίλιες φορές να σου σκοτώσουν το όνειρο δεν θα πονέσεις όσο αν σου σκοτώσουν μια την ελπίδα! Πολύ όμορφο το blog σου!
Aggelika, Τα όνειρα μας δεν ζούν χωρίς την ελπίδα.
Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και καλως όρισες.
Δημοσίευση σχολίου